Στην Κυψέλη
Μελισσοκόμος επί τω έργω
Name: BeeHappy
Location: ΝΕΑ ΜΑΚΡΗ, GR

Πέμπτη, Ιουλίου 23, 2009

A Reason to Bee Happy


Πόσο απλόχερα μας δίνεται η ευτυχία?
Πόσο δίπλα μας είναι και δεν την βλέπουμε?
Γιατί όταν έρθει γυρνάμε το βλέμμα αλλού?
Γιατί?
Το σκίτσο είναι της μικρής μου πριγκιπέσσας και είναι πραγματικά A Reason to Bee Happy.




Τρίτη, Ιουλίου 21, 2009

15 Ιουλίου 2009 (Αρχικός τίτλος Μνήμη-Έρωτας-Θάνατος)



Ένα χαρακτηριστικό των μελισσών που δεν είναι γνωστό στους περισσότερους, είναι η μνήμη τους. Θυμούνται με ακρίβεια εκατοστών τόσο τη κυψέλη τους, όσο και τις περιοχές συλλογής νέκταρος ή γύρης. Στο εκπληκτικό βιβλίο του Karl fon Frisch «Από τη ζωή των μελισσών» που συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όποιον θέλει να ασχοληθεί με τη μελισσοκομία, περιγράφονται πειράματα όπου αποτυπώνεται η εκπληκτική ικανότητα απομνημόνευσης της μέλισσας.
Η μέλισσα χωρίς μνήμη είναι νεκρή. «Νεκρός» είναι και ο άνθρωπος που δεν έχει μνήμες ή τις έχει χάσει.
Αν δεν είχαμε μνήμη, δε θα ήμασταν δυστυχείς. Ούτε ευτυχείς. Ούτε προοδευτικοί. Ούτε συντηρητικοί. Αυτό που λέμε «συνείδηση» δεν είναι παρά μια αποθήκη μνήμης, όπου στοιβάζονται ανάκατα όλοι οι πεθαμένοι χρόνοι, όλες οι βιωμένες στιγμές. Η μνήμη είναι ο χρόνος που ήδη βιώθηκε. Και δεν έχουμε καμιά δυνατότητα να ξαναμπούμε στον ήδη βιωμένο χρόνο και να ξαναζήσουμε την περασμένη ζωή μας. Ότι πέρασε, είναι για τα καλά περασμένο δηλαδή νεκρό. Ο θάνατος βρίσκεται πίσω μας με τη μορφή μνήμης. Αν το παρελθόν είναι γεμάτο από μνήμη, το μέλλον είναι κατά κύριο λόγο πλήρες φαντασίας.
Όμως, για να φανταστούμε το μέλλον πρέπει να επικαλεστούμε τη βοήθεια της μνήμης. Δεν μπορούμε να σχηματίσουμε εικόνες για κάτι που δεν ξέρουμε, χωρίς τη δομική πρώτη ύλη εικόνων που ήδη ξέρουμε. Η μνήμη είναι τόσο χρήσιμη στη φαντασία όσο κι ο Διάβολος στον Θεό. Όπως ο Θεός καθίσταται περιττός χωρίς την άρνησή του (τον Διάβολο), έτσι και η φαντασία δε θα υπήρχε χωρίς την άρνησή της (τη μνήμη). Όλοι οι πεθαμένοι βρίσκονται πίσω μας, στο χώρο της μνήμης. Όμως, ο προσωπικός μας θάνατος βρίσκεται μπροστά μας, στο χώρο της φαντασίας.. Και αφού φαντασία χωρίς μνήμη δεν μπορεί να υπάρξει, μπορούμε εύκολα να φανταστούμε διά της θανατερής μνήμης κάτι που δεν πρόκειται να το δούμε: το περίφημο «μετά θάνατον» που ταλαιπωρεί τον άνθρωπο από τότε που απόκτησε τόση μνήμη όση χρειάζεται για να θυμάται τους πεθαμένους, δεν είναι παρά η μνήμη. Όλοι οι πεθαμένοι είναι θαμμένοι στη μνήμη.


Με την κυρίως ειπείν ζωή (το τώρα) ασχολούνται οι φίλοι μας, οι παπάδες. Πράγματι, δουλειά του κάθε παπά, της κάθε θρησκείας είναι να βοηθάει τους ανθρώπους να μην πεθαίνουν από απελπισία, εξαιτίας της βεβαιότητας του θανάτου. Ο καλός παπάς είναι ένας πολύ πρακτικός άνθρωπος σε όλα του. Πουλώντας ελπίδα με το αζημίωτο κερδίζει με το σπαθί του την αγάπη του ποιμνίου του. Που δε θα ήταν ποίμνιο αν το κάθε πρόβατο μπορούσε να βοσκήσει μόνο του και να πεθάνει αβοήθητο και απελπισμένο, όπως ταιριάζει σε ποιητές. Γι’ αυτό είναι αντιφατικό να είσαι και παπάς και ποιητής.


Υπάρχει στη ζωή, ένα κρίσιμο κομβικό σημείο όπου ενώνονται η τρέλα και η σοφία, η γνώση και η αμάθεια, η πραγματικότητα και το όνειρο, το ένστικτο και ο νους, ο εγωισμός και ο αλτρουισμός, το κοινωνικό και το ατομικό, το χυδαίο και το μεγαλειώδες, το ιερό και το βέβηλο, η αγάπη και το μίσος, το καταστροφικό και το δημιουργικό. Εν ολίγοις, υπάρχει στη ζωή, ένα κρίσιμο κομβικό σημείο όπου η αρνητικότητα και η θετικότητα χάνουν το νόημά τους, έτσι που μπλέκονται αξεδιάλυτα σε μια διαλεκτική ενότητα στην οποία η άρνηση δεν ακολουθεί την κατάφαση (ή το αντίθετο). Αυτό το κρίσιμο κομβικό σημείο, όπου ο Θεός, σύμβολο των «δυνάμεων του καλού», και ο Διάβολος, σύμβολο των «δυνάμεων του κακού», συνεχίζουν να συμπλέκονται χωρίς να διαφαίνεται προς το παρόν το αποτέλεσμα της έκβασης του αγώνα, θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε έρωτα, με μιαν έννοια πάρα πολύ ευρεία. Ο έρωτας όταν δεν είναι μια πολύ πεζή κατάσταση, είναι μια κατάσταση τυπικά ποιητική. Κι όταν λέμε «έρωτας» πρέπει να ξεχωρίζουμε το σκοπιμοθηρικό, μπακάλικο έρωτα απ’ τον «τρελό έρωτα» (τον έως θανάτου έρωτα), που είναι κάτι άλλο ή μάλλον «το κάτι άλλο». Αυτός ο έρωτας δεν είναι για το ποίμνιο, είναι για τους αγγέλους. Και οι άγγελοι δεν είναι του κόσμου τούτου. Είναι του πριν και του μετά κόσμου. Δε θα υπήρχε «τρελός έρωτας», αν αυτός δεν έκανε τρέλες. Και η αυτοκτονία από έρωτα είναι μια όμορφη τρέλα, τόσο όμορφη που ποτέ κανένας παπάς & θα κατανοήσει τη μεταφυσική (ποιητική) σημασία της.

Λοιπόν, ο έρωτας είτε είναι τρελός είτε δεν είναι έρωτας. (Το είπε ο Μπρετόν). Οι συμβιβαστικές λύσεις δεν ταιριάζουν στο μανιχαϊστικό ιουδαϊκό ηθικό κώδικα και την εβραϊκή συμπεριφορά. Ο έρωτας πριν απ’ το καθετί είναι ένα φυσικό γεγονός, σαν τον κεραυνό (κάνουμε λόγο, άλλωστε, για «κεραυνοβόλο έρωτα» σαν τη φωτιά (κάνουμε λόγο, άλλωστε, για «καυτόν έρωτα»), σαν το σεισμό (κάνουμε λόγο, άλλωστε, για «ερωτική ταραχή») και ως τέτοιο βρίσκεται πέραν της ηθικής, δηλαδή «πέραν του καλού και του κακού», όπως θα έλεγε ο Νίτσε. Τον έρωτα τον ηθικοποιούν μόνον οι ανέραστοι και όσοι στέκονται πρόσκαιρα στο περιθώριό του. Οι ερωτευμένοι δεν καταλαβαίνουν τίποτα απ’ την «ηθική διάσταση του έρωτα», με την ίδια έννοια που η βροχή δεν «καταλαβαίνει» τίποτα για το καλό ή τη ζημιά που μπορεί να προκαλέσει. Οι ερωτευμένοι ζουν τον έρωτά τους μ’ έναν τρόπο φυτικό, όπως τα λουλούδια. Οι μη ερωτευμένοι σχολιάζουν τον έρωτα των ερωτευμένων ως ανοήτως κρίνοντες θεατές.
Μια «φάτα μοργκάνα» είναι ο «πραγματικός» έρωτας
Το ονειρικό, το φανταστικό και το πραγματικό, στην αξεδιάλυτη ενότητά τους, αποτελούν την «πραγματικότητα» του έρωτα, που, όντας πάνω απ’ την πραγματικότητα, δεν παύει για το λόγο αυτό να είναι μια πραγματικότητα οδυνηρά παρούσα σε κάθε ερωτευμένο.
Ο ερωτευμένος ζει το μύθο του έρωτά του με πληρότητα τέτοια που καμιά πραγματικότητα δεν θα ήταν δυνατόν να του προσφέρει. Κι αυτός είναι ο λόγος που ο έρωτας είτε είναι τρελός είτε δεν είναι έρωτας. Ο έρωτας, λοιπόν, είναι μια τρέλα που όλοι τη θέλουν και λίγοι την πετυχαίνουν. Και πώς να την πετύχουν παραμένοντας εγκλωβισμένοι στην έμμονη ιδέα του ισοσκελισμένου ισολογισμού;


Ο έρωτας δεν είναι συναλλαγή, είναι σπατάλη ζωής.

Το κείμενο αυτό είναι στην ουσία η συνέχεια και το τέλος της προηγούμενης ανάρτησης.
-----------------------------------------------------------------


Υπάρχουν ημέρες στη ζωή κάθε ανθρώπου που είναι ιδιαίτερες, που μένουν για πάντα χαραγμένες βαθειά στη ψυχή του. Η 15η Ιουλίου ήταν η μέρα που ο άνθρωπος που μου έδωσε φως αποφάσισε πλέον να ζει στο όνειρό του. Έφυγε όταν πια ένοιωσε τη γαλήνη μέσα της.
Δεν ήμουν άξιος γιος. Έφυγαν και οι δύο γονείς μου άρρωστοι από την εγκατάλειψη που τους πρόσφερα. Ότι έκανα στο τέλος πια ήταν για να γεμίσω τα δικά μου αδιέξοδα.
Οι σημερινές λέξεις είναι αφιερωμένες σε κείνη, με την ευχή μέσα στο όνειρό της να βρει τη ευτυχία του απόλυτου έρωτα που πάντα ποθούσε και την ασφάλεια που δεν τους πρόσφερα.

Τετάρτη, Ιουλίου 01, 2009

Όταν ξέρεις πως ο Θάνατος έρχεται...


Ήταν απόγευμα του περασμένου Απρίλη κάπου στα Μελίσσια (περιοχή της Αθήνας) και μόλις είχα "μαζέψει" το σμάρι από τήν αυλή των έκπληκτων ιδιοκτητών. Ο μικρός γιος της οικογένειας, δεκάχρονος το πολύ, με ενδιαφέρον είχε παρακολουθήσει την όλη διαδικασία. Είχα μόλις ακουμπήσει τα σύνεργα κάτω και ρουφούσα την πρώτη γουλιά του καφέ όταν με ρώτησε:
- Οι μέλισσες δεν φοβούνται?
- Όχι του απάντησα.
- Το ξέρουν ότι θα πεθάνουν άμα σας τσιμπήσουν?

Ο μικρός δεκάχρονος είχε ήδη κατανοήσει ότι εν τέλει, κάθε φόβος ανάγεται στο φόβο του Θανάτου. Κάθε κακό παραπέμπει στο έσχατο κακό που είναι ο Θάνατος. Δεν φοβούνται μόνον αυτοί που δεν φοβούνται το θάνατο. Και δεν έχουν συνείδηση του κακού μόνον αυτοί που δεν θεωρούν κακό το θάνατο. Ο Θεός υπάρχει μόνο γι' αυτούς που πιστεύουν ότι υπάρχει. Κι αν δεν υπήρχε, έπρεπε να τον εφεύρουμε, λέει ο Βολτέρος. και στην πραγματικότητα αυτό κάνουμε. Ο θάνατος μοιάζει τόσο παράλογος που μόνον ένας πιο μεγάλος απ' αυτόν παραλογισμός θα μπορούσε να καθησυχάσει τους μελλοθάνατους που είμαστε όλοι μας. Και συνεχίζει ο Βολτέρος: "Αν ο Θεός καλώς έκανε τον κόσμο, καλώς έκανε και το θάνατο".

Ο Θεός υπάρχει για κείνους που τον μνημονεύουν θα πει ένας άλλος φιλόσοφος, ο Χάιντεγκερ, που τον κάνουν να παραμένει στη μνήμη τους και δεν υπάρχει για τους άλλους που δεν τον μνημονεύουν και τον ξεχνούν, άρα τον εξαφανίζουν μέσα στο Μηδέν. Που για το μεγάλο φιλόσοφο δεν είναι παρά μια κατάσταση παντελώς κενής μνήμης. Συνεπώς κατάσταση απόλυτης λήθης. Θυμάμαι, άρα κάνω να υπάρχει αυτό που θυμάμαι. Διαβάστε και την "Αθανασία" του Κούντερα.
"Να ζεις, δεν υπάρχει καμιά ευτυχία σ΄αυτό. Να ζεις: να περιφέρεις στον κόσμο το επώδυνο εγώ σου. Αλλά να είσαι, να είσαι είναι ευτυχία. Είναι: το να μεταμορφώνεσαι σε κρήνη , σε πέτρινη δεξαμενή μέσα στην οποία το σύμπαν κατεβαίνει σαν χλιαρή βροχή".
Όλοι θέλουμε οι επιγενόμενοι να μας θυμούνται όπως εμείς θα θέλαμε. Να μας θυμούνται, να μείνει το όνομά μας. Όπως μείνει, όσο μείνει, το όνομα που θα γράψεις στον τοίχο του δημόσιου αποχωρητηρίου, ή το μονόγραμμά σου που θα σκαλίσεις στον κορμό του δέντρου. Όλοι κυνηγούμε με πείσμα την αθανασία δια της μνήμης. Ίσως υποπτευόμαστε ότι το χριστιανικό "αιωνία ή μνήμη" αναφέρεται στη μνήμη του θεού και όχι των συγγενών και των φίλων. Όμως τι νόημα έχει να σε θυμάται ο Θεός όταν όλοι θα σ' έχουν ξεχάσει? Και δώστου βλακώδη ποιήματα γραμμένα σε στιγμές υπαρξιακού ιλίγγου, όπως θα 'λεγε ο Σαρτρ, και δωσ' του μυθιστορήματα και blogs που γράφονται με την ανομολόγητη πρόθεση να μείνει το όνομά μας.
Έχουμε πείρα θανάτου από θανάτους των άλλων που είδαμε, όμως εμπειρία θανάτου είναι αδύνατο να έχουμε. Διότι τη στιγμή ακριβώς που την αποκτούμε, την ίδια στιγμή τη χάνουμε, σ' αυτό το κλάσμα του δευτερόλεπτου που σβήνει το κερί.
Παραμυθία ονομάζουμε κάθε παρηγορητικό σύστημα ιδεών και απόψεων για το τραγικό γεγονός του προσωπικού μας θανάτου, που θα επισυμβεί οπωσδήποτε είτε πιστεύουμε στην άλλη ζωή είτε δεν πιστεύουμε, είτε φροντίζουμε για τη σωτηρία της ψυχής μας είτε την αφήνουμε και αυτή να εξαφανιστεί μαζί με το σώμα, αν είμαστε άνθρωποι λογοκρατούμενοι και ελάχιστα επιρρεπείς σε παραμυθίες που δεν έχουν σχέση με το νου. Όπως και νάναι πάντως , η παραμυθία κάνει καλό και δεν έχουμε παρά να διαλέξουμε μια από την τεράστια σειρά που υπάρχει στη φιλοσοφική σκέψη, καθώς και στη θρησκευτική σκέψη, που είναι μια εκλαϊκευμένη παραλλαγή της φιλοσοφικής σκέψης για χρήση από ανθρώπους ελάχιστα φιλοσοφημένους.
Η ζωή είναι θάνατος. Το μόνο που χρειάζεται για να πεθάνεις είναι να είσαι ζωντανός. Ο θάνατος είναι προϋπόθεση για να υπάρξει ζωή. Οι "αθάνατοι" δεν θα μπορούσαν να διαιωνίσουν το είδος. Άλλωστε δεν θα υπήρχε λόγος!
Φιλόσοφος είναι ο εραστής της σοφίας που δεν αξιώνει σιγουρίες, αντίθετα εκφράζει αμφιβολίες για τα πάντα, ακόμη και για τον αν η ζωή είναι κατάσταση καλύτερη από το θάνατο. "Το ξεύρει μόνον ο Θεός" είπε ο Σωκράτης στη δίκη του.
"Το φιλοσοφείν δεν είναι παρά μελέτη θανάτου" έγραφε ο Κικέρωνας.
Κύριο μέλημα της φιλοσοφίας κατά την πεποίθηση αυτή είναι να μας προετοιμάζει για το θάνατο, να καλλιεργεί μέσα μας μια στάση προς το πεπερασμένο της ύπαρξής μας, η οποία θα αντικρίζει κατάματα τον τρόμο της εκμηδένισης, χωρίς να επαγγέλλεται κάποιο επέκεινα, μια μετά θάνατον ζωή.
"Ο θάνατος είναι δίπλα μας και πλησιάζει ολοένα. Πλάκα δεν έχει?" γράφει ο Simon Critchley στο "Το βιβλίο των νεκρών φιλοσόφων" και συνεχίζει "Όσο για μένα προσωπικά, θα έλεγα ότι βλέπω το θάνατο με έναν τρόπο που θυμίζει μάλλον την άποψη του Επίκουρου (σημείωση δική μου: διαβάστε σχετικά και το "Ο Κήπος του Επίκουρου" του Γιάλομ) και τα λεγόμενα "τέσσερα φάρμακα": μη φοβάσαι το Θεό, μη χολοσκάς για το θάνατο, το καλό βρίσκεται εύκολα, το φριχτό το αντέχεις άνετα.
Το να είσαι φιλόσοφος λοιπόν σημαίνει να μαθαίνεις πως να πεθάνεις, σημαίνει ότι αρχίζεις να καλλιεργείς τη στάση που πραγματικά αρμόζει στο θάνατο. Όπως γράφει ο Μάρκος Αυρήλιος, το να αντιλαμβάνεσαι αν έχει έρθει η ώρα να αποχωρήσεις από τον κόσμο είναι μια από τις ευγενέστερες λειτουργίες της λογικής.
Οι μέλισσες έχουν τη δύναμη να νικήσουν το θάνατο, γι' αυτό άλλωστε οι βασιλιάδες στην αρχαία Ελλάδα έφτιαχναν τους τάφους τους σε σχήμα κυψέλης. Ξαναδιαβάστε τη ιστορία του Αρισταίου όπως την είχα αναρτήσει το Μάρτιο του 2006 με τίτλο "Η Κρυφή Ζωή των Μελισσών".
Οι άνθρωποι έχουν και αυτοί τη δύναμη να νικήσουν το θάνατο. Η δύναμη αυτή λέγεται Έρωτας.
Ο Έρωτας του Πλάτωνα, η επιθυμία να ξαναβρούμε το για πάντα χαμένο Ανδρόγυνο, όπως ήταν ο άνθρωπος πριν ο θεός ή όποιος άλλος ανόητος αποφασίσει να χωρίσει τη γυναίκα από τα πλευρά του άντρα, με συνέπεια η πληγή να πονάει συνέχεια.
Όλες οι θρησκείες αρχίζουν και τελειώνουν στο κρεβάτι, και όλα τα κρεβάτια είναι βωμοί και θυσιαστήρια. Σε κρεβάτι γεννιόμαστε, σε κρεβάτι πεθαίνουμε (συνήθως) και σε κρεβάτι πασχίζουμε να διαιωνίσουμε το είδος, ακόμα και όταν δεν έχουμε καμιά πρόθεση να κάνουμε αυτό το θεάρεστο έργο, αλλά απλά αφηνόμαστε να πιαστούμε στην παγίδα που έχει μόνιμα στημένη η φύση, προκειμένου να μην καταστραφεί ως φύση. Αν λοιπόν, ο Θεός είναι η φύση τότε κάθε τι το φυσικό είναι θεϊκό.
Ο Έρωτας είναι η θεϊκή επιθυμία της ολοκλήρωσης με την επαναφορά μας στο αρχέτυπο της ιδέας του ανθρώπου, πριν αυτός χωριστεί και γίνει δυο. Είναι η απόπειρα της επανένταξης στη ηρεμία του κοσμικού χάους, τότε που δεν υπήρχε καμιά μορφή ζωής εντός του και συνεπώς δεν θα μπορούσε να γίνει λόγος για ευτυχία ή δυστυχία, για ζωή ή θάνατο (Μπατάιγ).
Ο Έρωτας ή είναι τρελός ή δεν είναι έρωτας. Έρωτας σε υγιεινές αναλογίες δεν νοείται.
Ο οργασμός που λέγεται και "μικρός θάνατος" γιατί σ' αυτόν χάνουμε πρόσκαιρα τη συνείδησή μας, είναι μια εμπειρία εκείνου που πρόκειται να μας συμβεί. Κι αυτό που πρόκειται να συμβεί με το θάνατο είναι η επαναφορά στην κατάσταση του κοσμικού χάους, όπου και θα παραμείνουμε με την μορφή ανόργανης ύλης.
Φοβούνται τον οργασμό αυτοί που φοβούνται το θάνατο. Χρειάζεται θάρρος και για να πεθάνεις και για να κάνεις έρωτα ως μελλοθάνατος. Για να μπορείς να ερωτεύεσαι με πληρότητα και ένταση πρέπει να έχεις βαθιά συνείδηση της θνητότητας σου.

"Θάνατος είναι οι κάργες που χτυπιούνται
στους μαύρους τοίχους και στα κεραμίδια,
θάνατος οι γυναίκες που αγαπιούνται
καθώς να καθαρίζουνε κρεμμύδια."

Κώστας Καρυωτάκης

ΣΣ. Η σημερινή ανάρτηση είναι αφιερωμένη στο φίλο μας το "Νίκο τον Μελισσά" που κατέχει πλέον το Μέγα Μυστικό και μας διαβάζει από την ηρεμία του κοσμικού χάους. Το ποίημα που ακολουθεί το είχε αναρτήσει με τίτλο
"Ο Τρελός".
Και έρχονται στιγμές
έρχονται ώρες
βραδιές
ατέλειωτες παγωμένες βραδιές
που λαχταράς μια φωνή
ένα χάδι
και
δεν υπάρχει για σένα.
Νιώθεις άδειος
υπόλογος στον εαυτό σου
κατηγορούμενος
και
η νύχτα στοιχειώνει μέσα σου.
Και αν σου τύχει
στο δρόμο σου σε κουρσάρους να πέσεις

κουρσάροι ψυχών να σε βρουν
νομίζεις πως τη σωτηρία βρήκες.
Για σωτηρία παίρνεις το κούρσεμα.
και αφήνεσαι.
Βλέπεις αυτοί πολλά τεχνίτες είναι.
Και ύστερα με πλοίο λεηλατημένο
χωρίς τιμόνι
χωρίς άρμενα
πρέπει το ταξίδι να συνεχίσεις
Όμως ξέρεις να
πως τη στιγμή πού σε κούρσεψαν
κέρδος ήταν για σένα
όσο και αν
μεγάλο κόστος
πρέπει να πληρώσεις
.
















Get this widget Track details eSnips Social DNA